Δεκάδες χιλιάδες βρέφη κινδύνεψαν την περασμένη εβδομάδα στην Κίνα από γάλα μολυσμένο με μελαμίνη και συναγερμός σήμανε διεθνώς στους φορείς ασφαλείας των τροφίμων.Η αλήθεια είναι όμως ότι η μελαμίνη «φλερτάρει» εδώ και μισόν αιώνα με το πιάτο μας και είναι γνωστή η ακαταλληλότητά της για τον οργανισμό
της ιωάννας σουφλέρη
Το σκάνδαλο του κινεζικού γάλακτος με μελαμίνη ήταν ένα από τα χειρότερα στην ιστορία Π ώς θα καταγράψει άραγε ο ιστορικός του μέλλοντος το σουρεαλιστικό φαινόμενο που παρατηρήσαμε τελευταίως; Γιατί δεν μπορεί να συμβαίνει πραγματικά! Δεν μπορεί, εν έτει 2008, σε μια χώρα η οποία, αν δεν είναι ήδη, τείνει να γίνει ο μείζων οικονομικός κολοσσός του κόσμου να πεθαίνουν μωρά από μολυσμένο γάλα! Δεν μπορεί η Κίνα που μάγεψε τον πλανήτη με τους τελευταίους Ολυμπιακούς Αγώνες να ταΐζει τα μωρά της μελαμίνη! Γιατί αν όλα τα παραπάνω δεν ήταν ένα κακό όνειρο, τότε η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή. Και δυστυχώς το περιστατικό αυτό δεν είναι φαινόμενο των καιρών. Το φλερτ της μελαμίνης με το πιάτο μας (ή το μπιμπερό των παιδιών μας) έχει μακρά ιστορία.
«Μη αποδεκτή πηγή αζώτου»
«Τρεις μελέτες πραγματοποιήθηκαν προκειμένου να εξακριβωθεί η χρησιμότητα της μελαμίνης ως μη πρωτεϊνικής διατροφικής πηγής αζώτου...Υπό τις συνθήκες που πραγματοποιήθηκαν αυτές οι μελέτες,διαπιστώθηκε ότι η μελαμίνη δεν μπορεί να υδρολυθεί στα μηρυκαστικά σε ποσοστά ικανά να προάγουν μέγιστη πρωτεϊνοσύνθεση και τα ατελώς υδρολυμένα φράγματά της μπορούν να απορροφηθούν ή να αποβληθούν.Οι παραπάνω παρατηρήσεις τείνουν να καταδείξουν ότι η μελαμίνη δεν μπορεί να είναι αποδεκτή πηγή αζώτου για τα μηρυκαστικά». Τα ανωτέρω σημείωναν ερευνητές του Πανεπιστημίου της Τζόρτζια σε άρθρο τους που δημοσιεύθηκε το 1978 στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Αnimal Science (τεύχος 47, σελ 1338-1344). Οι αμερικανοί επιστήμονες ορθώς θέλησαν να εξετάσουν τη μελαμίνη ως πιθανή τροφή για ζώα. Ηδη από τη δεκαετία του ΄50 είχαν ενταθεί οι προσπάθειες των ερευνητών που είχαν στόχο να μεγιστοποιήσουν τη ζωική παραγωγή προκειμένου να ικανοποιηθούν οι ολοένα αυξανόμενες ανάγκες του δυτικού κόσμου. Σε αυτό το πλαίσιο εξετάστηκε πληθώρα ουσιών και η μελαμίνη φαινόταν αρκετά ελκυστική. Χημικά, η μελαμίνη (C3Η6Ν6) αποτελεί οργανική βάση πλούσια σε άζωτο (το 66% της μάζας της). Καθώς το άζωτο είναι απαραίτητο στοιχείο των αμινοξέων από τα οποία συντίθενται όλες οι πρωτεΐνες των κυττάρων (ζωικών και φυτικών), το σκεπτικό των επιστημόνων ήταν να εξετάσουν αν η μελαμίνη μπορούσε να λειτουργήσει ως πηγή αζώτου στη διατροφή των ζώων. Με το σκεπτικό αυτό μάλιστα είχε από το 1958 κατατεθεί πατέντα στο αρμόδιο γραφείο των ΗΠΑ. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι ο άνθρωπος που ανακάλυψε τη μελαμίνη, ο γερμανός χημικός Justus von Liebig (1803-1873), είναι, μεταξύ άλλων, ο «πατέρας» των γεωργικών αζωτούχων λιπασμάτων των οποίων η μελαμίνη αποτελεί την πρώτη ύλη.
Αλλο τα φυτά, άλλο τα ζώα...
Η φυσιολογία όμως των φυτών και των ζώων διαφέρει και όπως προέκυψε από τις τρεις προαναφερθείσες μελέτες η μελαμίνη δεν υδρολύεται στο γαστρεντερικό σύστημα των μηρυκαστικών. Ως εκ τούτου τα μόρια αζώτου που περιέχει δεν μπορούν να απελευθερωθούν και να αξιοποιηθούν στην πρωτεϊνοσύνθεση. Αντίστοιχα αποτελέσματα είχαν και μελέτες οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια της δεκαετίας του ΄80 σε ποντικούς. Από αυτές μάλιστα προέκυψε ότι, αν και η μελαμίνη αυτή καθεαυτή δεν είναι τοξική, το άλας που σχηματίζεται από την αντίδρασή της με κυανουρικό οξύ (έναν μεταβολίτη της μελαμίνης) οδηγεί σε νεφρική ανεπάρκεια.
Υπό το φως των παραπάνω ευρημάτων η ιδέα της αξιοποίησης της μελαμίνης ως ζωοτροφής εγκαταλείφθηκε. Ωστόσο η μελαμίνη συνέχισε να αξιοποιείται διαφορετικά: σε συνδυασμό με φορμαλδεΰδη δίνει εξαιρετικά ανθεκτική στη φωτιά ρητίνη η οποία χρησιμοποιείται στη δημιουργία υλικών πυροπροστασίας και όχι μόνο. Συνεχίζει ακόμη και σήμερα να αποτελεί βασικό συστατικό πολλών αζωτούχων λιπασμάτων, ενώ στις δεκαετίες του ΄50 και ΄60 είχε χρησιμοποιηθεί ευρέως για τη δημιουργία των μοντέρνων πολύχρωμων πλαστικών που υπήρξαν σήμα κατατεθέν της περιόδου.
Γνήσια εγκληματική νοθεία
Δεν είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς πώς λειτουργεί ένας εγκληματικός εγκέφαλος και δεν είναι στόχος αυτού του άρθρου να αναλύσει την ψυχολογία των ιθυνόντων που τάισαν χιλιάδες βρέφη με μελαμίνη. Φαίνεται όμως πως ο πλούτος της μελαμίνης σε άζωτο έβαλε κάποιους σε πειρασμό να χρησιμοποιήσουν το φτηνό αυτό συστατικό προς αντικατάσταση των πρωτεϊνών που όφειλε να έχει το γάλα. Ειδικότερα, για τους ελέγχους που πραγματοποιούνται προκειμένου να διαπιστωθεί αν τα τρόφιμα περιέχουν όντως αυτό που αναγράφουν στη συσκευασία τους, αξιοποιείται και η μέθοδος Κjeldahl (από το όνομα του χημικού που την περιέγραψε). Πρόκειται για κλασική μέθοδο της αναλυτικής χημείας η οποία χρησιμοποιείται για τον ποσοτικό προσδιορισμό των πρωτεϊνών σε ένα σκεύασμα. Η μέθοδος όμως δεν ανιχνεύει ευθέως τις πρωτεΐνες. Ανιχνεύει τα ποσά αζώτου και από αυτά συνάγεται το ποσοστό των πρωτεϊνών του σκευάσματος. Με άλλα λόγια, αν κάποιος προσθέσει μελαμίνη σε ένα τρόφιμο αυτομάτως αυξάνει την περιεκτικότητά του σε άζωτο και το κάνει να φαίνεται πλούσιο σε πρωτεΐνες. Ετσι, μπορεί να κάνει ένα γάλα αραιωμένο με νερό να φαίνεται ότι διατηρεί ακέραιη την πρωτεϊνική σύστασή του, ενώ στην πραγματικότητα το έχει καταστήσει όχι μόνο λιγότερο θρεπτικό αλλά, όπως έδειξαν τα τελευταία γεγονότα, θανατηφόρο!
Το παρήγορο είναι ότι υπάρχουν μέθοδοι αναλυτικής χημείας οι οποίες επιτρέπουν τόσο την ανίχνευση της μελαμίνης όσο και του κυανουρικού οξέος στα τρόφιμα. (Κάνοντας χρήση των παραπάνω μεθόδων ανιχνεύτηκαν οι ουσίες αυτές και πάλι στις κινεζικής προέλευσης ζωοτροφές που κόστισαν τη ζωή χιλιάδων κατοικιδίων στον Καναδά και στις ΗΠΑ το 2007.) Είναι όμως πολύ θλιβερό το γεγονός να πρέπει να διενεργούνται όλο και περισσότεροι έλεγχοι στα τρόφιμα, και παρ΄ όλα αυτά οι καταναλωτές να μην αισθάνονται ποτέ ασφαλείς...
της ιωάννας σουφλέρη
Το σκάνδαλο του κινεζικού γάλακτος με μελαμίνη ήταν ένα από τα χειρότερα στην ιστορία Π ώς θα καταγράψει άραγε ο ιστορικός του μέλλοντος το σουρεαλιστικό φαινόμενο που παρατηρήσαμε τελευταίως; Γιατί δεν μπορεί να συμβαίνει πραγματικά! Δεν μπορεί, εν έτει 2008, σε μια χώρα η οποία, αν δεν είναι ήδη, τείνει να γίνει ο μείζων οικονομικός κολοσσός του κόσμου να πεθαίνουν μωρά από μολυσμένο γάλα! Δεν μπορεί η Κίνα που μάγεψε τον πλανήτη με τους τελευταίους Ολυμπιακούς Αγώνες να ταΐζει τα μωρά της μελαμίνη! Γιατί αν όλα τα παραπάνω δεν ήταν ένα κακό όνειρο, τότε η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή. Και δυστυχώς το περιστατικό αυτό δεν είναι φαινόμενο των καιρών. Το φλερτ της μελαμίνης με το πιάτο μας (ή το μπιμπερό των παιδιών μας) έχει μακρά ιστορία.
«Μη αποδεκτή πηγή αζώτου»
«Τρεις μελέτες πραγματοποιήθηκαν προκειμένου να εξακριβωθεί η χρησιμότητα της μελαμίνης ως μη πρωτεϊνικής διατροφικής πηγής αζώτου...Υπό τις συνθήκες που πραγματοποιήθηκαν αυτές οι μελέτες,διαπιστώθηκε ότι η μελαμίνη δεν μπορεί να υδρολυθεί στα μηρυκαστικά σε ποσοστά ικανά να προάγουν μέγιστη πρωτεϊνοσύνθεση και τα ατελώς υδρολυμένα φράγματά της μπορούν να απορροφηθούν ή να αποβληθούν.Οι παραπάνω παρατηρήσεις τείνουν να καταδείξουν ότι η μελαμίνη δεν μπορεί να είναι αποδεκτή πηγή αζώτου για τα μηρυκαστικά». Τα ανωτέρω σημείωναν ερευνητές του Πανεπιστημίου της Τζόρτζια σε άρθρο τους που δημοσιεύθηκε το 1978 στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Αnimal Science (τεύχος 47, σελ 1338-1344). Οι αμερικανοί επιστήμονες ορθώς θέλησαν να εξετάσουν τη μελαμίνη ως πιθανή τροφή για ζώα. Ηδη από τη δεκαετία του ΄50 είχαν ενταθεί οι προσπάθειες των ερευνητών που είχαν στόχο να μεγιστοποιήσουν τη ζωική παραγωγή προκειμένου να ικανοποιηθούν οι ολοένα αυξανόμενες ανάγκες του δυτικού κόσμου. Σε αυτό το πλαίσιο εξετάστηκε πληθώρα ουσιών και η μελαμίνη φαινόταν αρκετά ελκυστική. Χημικά, η μελαμίνη (C3Η6Ν6) αποτελεί οργανική βάση πλούσια σε άζωτο (το 66% της μάζας της). Καθώς το άζωτο είναι απαραίτητο στοιχείο των αμινοξέων από τα οποία συντίθενται όλες οι πρωτεΐνες των κυττάρων (ζωικών και φυτικών), το σκεπτικό των επιστημόνων ήταν να εξετάσουν αν η μελαμίνη μπορούσε να λειτουργήσει ως πηγή αζώτου στη διατροφή των ζώων. Με το σκεπτικό αυτό μάλιστα είχε από το 1958 κατατεθεί πατέντα στο αρμόδιο γραφείο των ΗΠΑ. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι ο άνθρωπος που ανακάλυψε τη μελαμίνη, ο γερμανός χημικός Justus von Liebig (1803-1873), είναι, μεταξύ άλλων, ο «πατέρας» των γεωργικών αζωτούχων λιπασμάτων των οποίων η μελαμίνη αποτελεί την πρώτη ύλη.
Αλλο τα φυτά, άλλο τα ζώα...
Η φυσιολογία όμως των φυτών και των ζώων διαφέρει και όπως προέκυψε από τις τρεις προαναφερθείσες μελέτες η μελαμίνη δεν υδρολύεται στο γαστρεντερικό σύστημα των μηρυκαστικών. Ως εκ τούτου τα μόρια αζώτου που περιέχει δεν μπορούν να απελευθερωθούν και να αξιοποιηθούν στην πρωτεϊνοσύνθεση. Αντίστοιχα αποτελέσματα είχαν και μελέτες οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια της δεκαετίας του ΄80 σε ποντικούς. Από αυτές μάλιστα προέκυψε ότι, αν και η μελαμίνη αυτή καθεαυτή δεν είναι τοξική, το άλας που σχηματίζεται από την αντίδρασή της με κυανουρικό οξύ (έναν μεταβολίτη της μελαμίνης) οδηγεί σε νεφρική ανεπάρκεια.
Υπό το φως των παραπάνω ευρημάτων η ιδέα της αξιοποίησης της μελαμίνης ως ζωοτροφής εγκαταλείφθηκε. Ωστόσο η μελαμίνη συνέχισε να αξιοποιείται διαφορετικά: σε συνδυασμό με φορμαλδεΰδη δίνει εξαιρετικά ανθεκτική στη φωτιά ρητίνη η οποία χρησιμοποιείται στη δημιουργία υλικών πυροπροστασίας και όχι μόνο. Συνεχίζει ακόμη και σήμερα να αποτελεί βασικό συστατικό πολλών αζωτούχων λιπασμάτων, ενώ στις δεκαετίες του ΄50 και ΄60 είχε χρησιμοποιηθεί ευρέως για τη δημιουργία των μοντέρνων πολύχρωμων πλαστικών που υπήρξαν σήμα κατατεθέν της περιόδου.
Γνήσια εγκληματική νοθεία
Δεν είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς πώς λειτουργεί ένας εγκληματικός εγκέφαλος και δεν είναι στόχος αυτού του άρθρου να αναλύσει την ψυχολογία των ιθυνόντων που τάισαν χιλιάδες βρέφη με μελαμίνη. Φαίνεται όμως πως ο πλούτος της μελαμίνης σε άζωτο έβαλε κάποιους σε πειρασμό να χρησιμοποιήσουν το φτηνό αυτό συστατικό προς αντικατάσταση των πρωτεϊνών που όφειλε να έχει το γάλα. Ειδικότερα, για τους ελέγχους που πραγματοποιούνται προκειμένου να διαπιστωθεί αν τα τρόφιμα περιέχουν όντως αυτό που αναγράφουν στη συσκευασία τους, αξιοποιείται και η μέθοδος Κjeldahl (από το όνομα του χημικού που την περιέγραψε). Πρόκειται για κλασική μέθοδο της αναλυτικής χημείας η οποία χρησιμοποιείται για τον ποσοτικό προσδιορισμό των πρωτεϊνών σε ένα σκεύασμα. Η μέθοδος όμως δεν ανιχνεύει ευθέως τις πρωτεΐνες. Ανιχνεύει τα ποσά αζώτου και από αυτά συνάγεται το ποσοστό των πρωτεϊνών του σκευάσματος. Με άλλα λόγια, αν κάποιος προσθέσει μελαμίνη σε ένα τρόφιμο αυτομάτως αυξάνει την περιεκτικότητά του σε άζωτο και το κάνει να φαίνεται πλούσιο σε πρωτεΐνες. Ετσι, μπορεί να κάνει ένα γάλα αραιωμένο με νερό να φαίνεται ότι διατηρεί ακέραιη την πρωτεϊνική σύστασή του, ενώ στην πραγματικότητα το έχει καταστήσει όχι μόνο λιγότερο θρεπτικό αλλά, όπως έδειξαν τα τελευταία γεγονότα, θανατηφόρο!
Το παρήγορο είναι ότι υπάρχουν μέθοδοι αναλυτικής χημείας οι οποίες επιτρέπουν τόσο την ανίχνευση της μελαμίνης όσο και του κυανουρικού οξέος στα τρόφιμα. (Κάνοντας χρήση των παραπάνω μεθόδων ανιχνεύτηκαν οι ουσίες αυτές και πάλι στις κινεζικής προέλευσης ζωοτροφές που κόστισαν τη ζωή χιλιάδων κατοικιδίων στον Καναδά και στις ΗΠΑ το 2007.) Είναι όμως πολύ θλιβερό το γεγονός να πρέπει να διενεργούνται όλο και περισσότεροι έλεγχοι στα τρόφιμα, και παρ΄ όλα αυτά οι καταναλωτές να μην αισθάνονται ποτέ ασφαλείς...