Άνθρωποι που κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες αλατιού δεν είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίζουν υπέρταση και είχαν λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από καρδιακή νόσο σε σχέση με όσους κατανάλωναν μικρές ποσότητες, αναφέρει νέα ευρωπαϊκή έρευνα. Ο ερευνητής dr. Jan Staessen, από το Πανεπιστήμιο Leuven στο Βέλγιο, δήλωσε ότι τα ευρήματα δεν στηρίζουν τις τρέχουσες συστάσεις για χαμηλότερη πρόσληψη αλατιού από το γενικό πληθυσμό. Τρέχουσες οδηγίες, περιλαμβανομένων και αυτών της αμερικανικής κυβέρνησης, τον Ιανουάριο, βασίζονται σε στοιχεία από βραχυπρόθεσμες έρευνες ανθρώπων που δέχτηκαν να περιληφθούν σε διατροφή χαμηλή ή υψηλή σε αλάτι, δήλωσε ο Staessen. Ενώ προηγούμενες δοκιμές υπέδειξαν όφελος για την υπέρταση με χαμηλότερη κατανάλωση αλατιού, η έρευνα πρέπει να δείξει αν μεταφράζεται σε καλύτερη γενικά υγεία για την καρδιά στον ευρύτερο πληθυσμό. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν στοιχεία 2 διαφορετικών ερευνών, που περιέλαβαν 3.700 Ευρωπαίους που είχαν μετρήσει την κατανάλωση αλατιού στην αρχή της έρευνας με δείγμα ούρων. Οι ερευνητές χώρισαν σε 3 ομάδες τους συμμετέχοντες. Σε όσους είχαν τη χαμηλότερη και ψηλότερη κατανάλωση και σε όσους κατανάλωναν μέτριες ποσότητες. Κανένας από τους συμμετέχοντες δεν είχε καρδιακή νόσο στην έναρξη, ενώ τα δυο τρίτα είχαν φυσιολογική αρτηριακή πίεση. Παρακολουθήθηκαν για 8 χρόνια κατά μέσον όρο. Οι ερευνητές εξέτασαν πόσοι διαγνώστηκαν με καρδιακή νόσο και σε μια μικρότερη ομάδα πόσοι εμφάνισαν υπέρταση. Η πιθανότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών νόσων δεν διέφερε στις 3 ομάδες. Ωστόσο συμμετέχοντες με τη χαμηλότερη πρόσληψη αλατιού είχαν το υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από καρδιακή νόσο κατά την επανεξέταση (4%) και άνθρωποι που κατανάλωναν το περισσότερο αλάτι είχαν το χαμηλότερο (λιγότερο από 1%). Στις 3 ομάδες, περίπου 1 στους 4 συμμετέχοντες που ξεκίνησε με φυσιολογική αρτηριακή πίεση διαγνώστηκε με υψηλή πίεση στη συνέχεια. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι η συστολική πίεση αυξήθηκε καθώς αυξήθηκε διαχρονικά η κατανάλωση αλατιού, αλλά η αλλαγή ήταν πολύ μικρή, επομένως μπορεί ενδεχομένως να μην είναι σημαντική για την επίπτωση στην υγεία. Η μείωση της κατανάλωσης αλατιού μπορεί παρόλα αυτά να είναι καλή ιδέα για ανθρώπους που ήδη πάσχουν από υπέρταση ή που είχαν στο παρελθόν πρόβλημα με την καρδιά τους, πρόσθεσε, αλλά η νέα έρευνα δεν οδήγησε σε ενδείξεις ότι το αλάτι προκαλεί την εμφάνιση αυτών των παθήσεων. Όπως δήλωσε ο ερευνητής, είναι σαφές ότι θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ως προς την υποστήριξη της γενικευμένης μείωσης στην πρόσληψη αλατιού στο ευρύ κοινό. Πρόσθεσε ότι υπάρχουν ενδεχομένως οφέλη, αλλά πιθανόν και ορισμένες παρενέργειες. Ο dr. Hillel Cohen, του Albert Einstein College of Medicine, στη Νέα Υόρκη, δήλωσε ότι όταν τα εστιατόρια ή οι φαρμακοβιομηχανίες προσθέτουν λιγότερο αλάτι στα προϊόντα τους, μπορεί ενδεχομένως να προσθέτουν άλλα δυνητικά επιβλαβή συστατικά για να αναπληρώσουν τη χαμένη γεύση ή ως συντηρητικά. Οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους σχετικά με την πρόσληψη αλατιού με βάση τις περιορισμένες έρευνες που προσπάθησαν να εντοπίσουν τη σχέση μεταξύ αλατιού και καρδιακού κινδύνου, πρόσθεσε. Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι η ανάλυση περιέλαβε μόνο λευκούς Ευρωπαίους, επομένως τα αποτελέσματα μπορεί ενδεχομένως να μην ισχύουν για ανθρώπους άλλων εθνικοτήτων. Τα ευρήματα δημοσιεύονται στο περιοδικό ?Journal of the American Medical Association? (JAMA)