Όλα τα φυτά δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες σε νερό και αυτό εξαρτάται από την κατασκευή τους και ιδιαίτερα από τα φύλλα τους. Φυτά με πολλά και τρυφερά φύλλα θέλουν πολύ νερό, ενώ φυτά με δερματώδη φύλλα, σκληρά, τραχιά, με λίγα στομάτια, θέλουν λιγότερο νερό. Ακόμη λιγότερο θέλουν οι Κάκτοι και τα άλλα Παχύφυτα, εξ αιτίας της ειδικής κατασκευής των βλαστών και των φύλλων τους. Αντίθετα, τα υδροχαρή φυτά θέλουν πάρα πολύ νερό.
Τα φυτά πού βρίσκονται σε άνθηση θέλουν πολύ νερό και ιδιαίτερα όσα έχουν υποβληθεί σε φορτσάρισμα για να ανθήσουν εκτός εποχής, δηλ. το χειμώνα (Αζαλέα, Κυκλάμινο, Ορτανσία, Πρίμουλα κ.α.). Ιδιαίτερα οι Ορτανσίες, πού έχουν πολύ μεγάλα φύλλα (και ως εκ τούτου μεγάλη διαπνοή), θα πρέπει να ποτίζονται κάθε μέρα ή και δύο φορές την ήμερα, αν διατηρούνται σε θερμό περιβάλλον. Στα ίδια φυτά, πρέπει να πούμε, ότι το νερό δεν ευνοεί την ανθοφορία και γι? αυτό το πότισμα πρέπει να είναι συγκρατημένο την εποχή πού σχηματίζονται τα μπουμπούκια.
Όταν τα φυτά βρίσκονται στην περίοδο της ενεργού βλαστήσεως, συνήθως από τον Μάρτιο ως τον 'Οκτώβριο, θέλουν ποιο πολύ νερό, από ότι κατά την περίοδο αναπαύσεως. Πάνω στην τελευταία αυτή έννοια, πρέπει να το τονίσουμε, πώς όλα χωρίς εξαίρεση τα φυτά, ακόμη και τα αειθαλή και αυτοί οι Κάκτοι και τα αλλά Παχύφυτα, έχουν ανάγκη από μια περίοδο αναπαύσεως, μικρής ή μεγάλης διαρκείας, την οποία πρέπει να γνωρίζουμε για να ρυθμίζουμε και τη συντήρηση τους. Για τα περισσότερα φυτά, ή περίοδος αυτή συμπίπτει με τους χειμερινούς μήνες, από Οκτώβριο μέχρι Φεβρουάριο. Κατά κανόνα απαράβατο, «κατά την περίοδο αναπαύσεως τα ποτίσματα είναι λιγότερα και δεν λιπαίνονται ποτέ τα φυτά».
Οι ανάγκες σε νερό των φυτών είναι πάντοτε συνάρτηση της θερμοκρασίας. Με θερμό καιρό ένα φυτό θέλει τακτικότερα ποτίσματα, από ότι όταν επικρατεί δροσερός καιρός. Σε δωμάτια θερμαινόμενα το χειμώνα, χρειάζονται συχνότερα ποτίσματα στα φυτά από ότι σε μη θερμαινόμενους χώρους. Κατά γενικό κανόνα θα πρέπει, ή ύψωση της θερμοκρασίας να ακολουθείται και από αύξηση του φωτισμού και από συχνότερα ποτίσματα, ώστε να υπάρχει ισορροπία στους τρεις αυτούς συντελεστές αναπτύξεως.
Ένα φυτό, πού μόλις φυτεύτηκε, θέλει λιγότερο νερό από ένα άλλο πού έχει αναπτύξει εντελώς το ριζικό του σύστημα. Επίσης, ένα φυτό με μεγάλη ανάπτυξη σε μικρή γλάστρα, θέλει συχνότερα ποτίσματα, ίσως μια και δυο φορές, κάθε ήμερα, από το ίδιο φυτό πού είναι φυτεμένο σε μεγαλύτερη γλάστρα και έχει την ίδια ανάπτυξη.
Ένα μίγμα (χαρμάνι) με καλή συγκρότηση και επομένως με μεγάλη ύδατοχωρητικότητα, συγκρατεί περισσότερο νερό από ένα ελαφρό μίγμα ή από ένα άλλο σφιχτό πού δεν απορροφά πολύ νερό. Επομένως οι γλάστρες πού έχουν καλό μίγμα, θέλουν λιγότερα ποτίσματα από εκείνες πού έχουν μίγματα με κακή μηχανική σύσταση.
Τέλος, οι πορώδεις γλάστρες (πήλινες) εξατμίζουν νερό από τα τοιχώματα τους και γι' αυτό θέλουν τακτικότερα ποτίσματα από τις μη πορώδεις.
Αυτά, κυρίως, πρέπει να έχει κανείς υπ' όψη του, για να κρίνει πότε θέλει πότισμα ένα φυτό. Δεν υπάρχει όμως κανόνας ή συνταγή, για το πότε ακριβώς θα ποτίσουμε. Γενικά, πρέπει να πούμε, μια είναι ή αρχή, η εξής: «Δεν πρέπει να ποτίζουμε όταν ένα φυτό δεν διψάει. Ποτίζουμε τότε μόνο, όταν το φυτό διψάει».
Συνήθως τα περισσότερα φυτά μας δείχνουν, αυτά τα ίδια, αν διψούν η όχι. Ένα φυτό με πράσινα και τανυσμένα (δροσερά) φύλλα, με όρθιες τις άκρες των βλαστών του, δεν διψάει. Φυτό με φύλλα άχρωμα, πανιασμένα (μαραμένα), με γερμένες τις κορυφές των βλαστών του, διψάει.
Η μάρανση, όμως, τού φυτού δεν είναι πάντοτε σημείο ότι διψάει, γιατί τα φυτά μπορούν να μαραθούν και από άλλες αιτίες, όπως, μεταφορά από λίγο φως απ' ευθείας στο πολύ, ρεύματα αέρος, πολύ νερό μερικές φορές, πολλά λιπάσματα, προσβολές από έντομα κλπ.
Γι' αυτό ό καλύτερος τρόπος για να κρίνουμε αν μια γλάστρα θέλει ή όχι πότισμα, είναι να παρατηρήσουμε το χώμα της. Αν το επιφανειακό στρώμα έχει χρώμα ανοικτό γκρίζο και όταν σκαλίζοντας το χώμα σε βάθος 3 - 5 εκ. διαπιστώσουμε ότι είναι στεγνό και τρίβεται εύκολα, τότε θέλει, συνήθως, πότισμα. Αν αντίθετα, το επιφανειακό στρώμα είναι μαύρο και σκαλίζοντας με το δάκτυλο, το αισθανόμαστε υγρό στην αφή, τότε δεν θέλει πότισμα. Επίσης, όταν ή γλάστρα είναι ελαφριά και στο κτύπημα δίνει ξηρό ήχο, αυτό σημαίνει ότι το χώμα είναι στεγνό και χρειάζεται πότισμα.
Η παρατήρηση και ή πείρα, λοιπόν, σε συνδυασμό με τα παραπάνω, θα μας καθοδηγήσουν για να καθορίσουμε την συχνότητα και τον αριθμό των ποτισμάτων στα φυτά εσωτερικών χώρων ιδιαίτερα και γενικότερα στα φυτά σε γλάστρες.
Μια πρόσθετη παρατήρηση είναι ότι τα φυτά δεν πρέπει να φθάνουν στο σημείο μαράνσεως για να τα ποτίζονται. Αυτό πρέπει να γίνεται λίγο νωρίτερα.
Σημαντικά λύση στο πρόβλημα έδωσε η σύγχρονη τεχνολογία, με την εφαρμογή του αυτομάτου ποτίσματος, όπου αυτό είναι δυνατόν να εφαρμοστεί. Η τακτικότητα και η σταθερή ποσότητα του αποδιδόμενου νερού, έχουν πολύ καλά αποτελέσματα στην ανάπτυξη των φυτών. Η ανάπτυξη του φυλλώματος είναι ανάλογη της προσφερόμενης υγρασίας και της κατά περίπτωση διαπνοής.